Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2008

Κλέφτικο τραγούδι

"Δώδεκα χρόνια αρματολός, σαράντα χρόνια κλέφτης" (στίχος από Κλέφτικο τραγούδι λίγο πριν το 1821)

Το κλέφτικο τραγούδι ως διακριτό είδος των επικών δημοτικών τραγουδιών πήρε το όνομά του από το περιεχόμενο των στίχων του. Σε ό,τι αφορά στον ελλαδικό χώρο τα κλέφτικα τραγούδια είναι δημιουργήματα μιας συγκεκριμένης περιόδου της Τουρκοκρατίας μετά τον 16ο αιώνα και στα θέματά τους διαφαίνεται η επαναστατική δράση των κλεφτών και των αρματολών1. Στους στίχους εγκωμιάζεται η ζωή, τα κατορθώματα, η νικηφόρα μάχη ή ο ένδοξος θάνατός τους. Μολονότι αναφέρονται σε ιστορικά γεγο­νότα, δεν περιλαμβάνουν ακριβή διήγηση, ούτε προσήλωση σε συγκε­κριμένα πρόσωπα .Εδώ Οι ήρωες, σε αντίθεση από τα ακριτικά, δεν έχουν υπερφυσικές ικανότητες και είναι απλοί θνητοί. Στα ολιγόστιχα λιτά, χωρίς εξηγήσεις και περιγραφές περιστατικών, κλέφτικα τραγούδια η μετάβαση από την μια εικόνα στην άλλη γίνεται γρήγορα. Σε όλα σχεδόν απαντάται ζωντανός διάλογος μεταξύ προ­σώπων, ενώ ενίοτε, όταν δεν υπάρχει δεύτερο πρόσωπο, ο δημιουργός εισάγει μια συμβατική εικόνα, ένα πουλί με ανθρώπινη λαλιά, μια κόρη, προκειμένου να παραχθεί ο διάλογος.

Γεωγραφική κατανομή
Αποτελεί γεγονός ότι σε επαρχίες της Στερεάς Ελλάδας, της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της δυτικής Μακεδονίας και ιδίως στις ορεινές και δυσπρόσιτες περι­οχές διαμορφώθηκε τους τελευταίους αιώνες της οθωμανικής αυτοκρατορίας ένα ιδιαίτερο σύστημα δημόσιας ασφάλειας, οργανωμένο σε τοπικό επίπεδο. Έτσι, η προστασία ενός αριθμού γειτονικών κοινοτήτων παραχωρείτο από τις οθωμανικές αρχές σε μιαν ομάδα τοπικών ενόπλων, των αρματολών. Αυτοί επιφορτίζονταν με το έργο αντιμετώπισης άλλων ομάδων τοπικών ενόπλων των κλεφτών, που με την παράνομη ένοπλη δράση τους, στοιχειοθετημένη από λεηλασίες, καταστροφές σοδειάς, ζωοκλοπές κ.ά., έθεταν σε κίνδυνο τη ζωή και την περιουσία των κατοίκων. Ο μηχανισμός ανάδειξης της ομάδας των αρματολών συνδεόταν με τις πολεμικές αρετές και ικανότητές τους. Αν μια ομάδα αρματολών δεν κατάφερνε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τους κλέφτες, αντικαθίστατο συνήθως από ισχυρό­τερη ομάδα κλεφτών, που με τη δράση της συνέτεινε στην απαξία και την τελική της έκπτωση. Από την άλλη, η διωγμένη αρματολική, ομάδα επιδίωκε να ανακτήσει τη χαμένη θέση της και έτσι ομάδες ενόπλων περνούσαν συχνά από τη νομιμότητα στην παρανομία από τη θέση του διώκτη στη θέση του διωκόμενου.

Αφηγήσεις
Στα κλέφτικα τραγούδια αποτυπώνονται στιγμές από τη δράση των ομάδων αυτών. Πρόκειται κυρίως για περιστατικά ένοπλης αντιπαράθεσης κλέφτικων ομάδων με αρματολικές, αλλά και όψεις από τη ζωή τους γενικότερα. Επιπλέον σε αυτά εκβάλλουν συστήματα αξιών, στάσεις ζωής και πολιτισμικές πρακτικές που ανα­πτύσσονται ιδιαίτερα στον αγροτικό χώρο και τους ορεσίβιους. Από αυτή την άποψη τα κλέφτικα συνιστούν πολιτισμική παραγωγή μιας ιστορικά και κοινωνικά προσ­διορισμένης κοινωνικής πραγματικότητας: των ορεινών αγροτικών και ποιμε­νικών κοινοτήτων του ηπειρωτικού χώρου της νότιας Βαλκανικής κατά τον 18ο αιώνα.

Ωστόσο, οι ένοπλες αυτές ομάδες περιβλήθηκαν με μυθοποιητική διάσταση και ανάχθηκαν σε εθνικούς μύθους, ως τεκμήρια για τη διαρκή αντίσταση του ελληνικού έθνους ενάντια στους Οθωμανούς. Συνεπώς, οι λαογραφικές αναλύσεις για το κλέφτικο τραγούδι και την εξέχουσα θέση του στο οικοδόμημα της ελληνικής λαο­γραφίας, δεν αντλούν τεκμήρια ούτε από την κειμενική ανάλυση, ούτε από άλλες συναφείς ιστορικές μαρτυρίες2. Γίνεται αντιληπτό ότι εφόσον ο γραπτός λόγος ήταν το μέσο έκφρασης και επικοινωνίας των διευθυντικών τάξεων και της νόμιμης κοινω­νίας -είτε το κοινωνικό σώμα που παρήγαγε το κλέφτικο τραγούδι ήταν οι κλέφτες, δηλαδή τα λησταντάρτικα σώματα που δρούσαν σε ολόκληρη τη Βαλκανική και την Εγγύς Ανατολή, είτε οι αρματολοί- συμπεραίνεται ότι έγινε όχημα έκφρασης ιδεο­λογιών της συγκεκριμένης εποχής3.

Οι δεσπόζουσες αντιθέσεις που αναπτύσσονται στους διάλογους των κλέφτικων τραγουδιών είναι μεταξύ πλούσιων κατά φτωχών ή κυρίων κατά δούλων, γαιοκτημόνων κατά μικροκαλλιεργητών, αρχόντων κατά ραγιάδων, εντέλει της κοινότητας κατά του ατόμου.

[…]Εγώ ραγιάς δε γένομαι, Τούρκους δεν προσκυνάω, Δεν προσκυνώ τους άρχοντες και τους κοτζαμπασήδες, Μον’ καρτερώ την άνοιξη[…]

Η βαριά φορολογία και η συναφής κερδοσκοπία ή η αυθαίρετη άσκηση εξουσίας συνιστούν τις κύριες εστίες έντασης. Στο επίπεδο των κοινωνικών συγκρούσεων, με εστία έντασης την κατανομή πλούτου και τη διεκδίκηση δύναμης και αυθεντίας, οι άξονες αντίθεσης επικεντρώνονται στην κατοχή αγαθών σε αντιπαράθεση με την κοινωνική ληστεία, στην νόμιμη εξουσία κατά της αντιεξουσίας, των αρματολών κατά των κλεφτών και της νομοταγούς κοινωνίας κατά της παρακοινωνίας των ληστανταρτών. Η κοινωνία κατά της παρακοινωνίας, η νομιμότητα κατά της παρα­νομίας, η υποταγή κατά της ανταρσίας, καταλήγουν στη θεμελιώδη αντίφαση ότι η επίσημη δίωξη των παρανόμων αντιτίθεται στην έμπρακτη θεσμοποίηση του ρυθμι­στικού κοινωνικού τους ρόλου.

Ένα κλέφτικο τραγούδι
Το παρακάτω κλέφτικο τραγούδι ανάγεται στη περίοδο 1750-1760 (sic).

Ο κλέφτης

-«Βασίλη κάτσε φρόνιμα να γίνεις νοικοκύρης,
για ν΄ αποχτήσεις πρόβατα, ζευγάρια κι αγελάδες
χωριά κι αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν»
-«Μάνα μου ΄γω δεν κάθομαι να γίνω νοικοκύρης,
να καμ΄ αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν,
και νάμαι σκλάβος των Τουρκών, κοπέλι των σκυλώνε.
φέρε μου το βαριό σπαθί και τ΄ αλαφρό τουφέκι,
να πεταχτώ σαν το πουλί ψηλά στα κορφοβούνια,
να πάρω δίπλα τα βουνά, να περπατήσω λόγγους,
να βρω λημέρια των Κλεφτών, γιατάκια καπετάνιων
να πάω να βρω τον Μάνταλο, να σμίξω τον Μποστέκη,
που πολεμούν με την Τουρκιά, και με τους Αρβανίτες
να μπω με δαύτους σύντροφος στα Τούρκικα κεφάλια
με μια σπαθιά να κόφτω τρεις, με το τουφέκι πέντε,
και με το γιαταγάνι μου, σαράντα και πενήντα»
Πουρνό φιλεί τη μάνα του, πουρνό ξεπροβοδιέται.

-«Γεια σας βουνά με τους γκρεμνούς λαγκάδια με τες πάχνες».
-«Καλώς το τ΄ άξιο το παιδί και τ΄ άξιο παλληκάρι»

Οι Τούρκοι τον αγνάντεψαν και παγανιά του στέλνουν
πήγαν και τον καρτέρεσαν σ΄ εν΄ άγριο μονοπάτι
κι εστοχαστήκαν τα σκυλιά πως ήταν σαν και δαύτους,
σκοινιά ΄χαν να τον δέσουνε, σαν νάτανε κριάρι
μα κείνο τ΄ άξιο το παιδί, τ΄ άξιο παλληκάρι
σα βγάζει το βαριό σπαθί και τσώκαμε γιουρούσι
σα θεριστής εφάνηκεν όταν θερίζει αστάχυα.
Μ΄ αντίς αστάχυα θέριζε τα τούρκικα κεφάλια.
Θερίζει Τούρκους δεκοχτώ, κ΄ ελάβωσε τριάντα.
Τους πήρε και τα πλιάτσικα κ΄ εγίνη Καπετάνιος.

Θεωρήσεις
Από τη μελέτη της ιστορικοκοινωνικής πραγματικότητας του 18ου αιώνα στις γεωγραφικές περιοχές του κλέφτικου τραγουδιού προκύπτει ότι προβάλλονται δύο διαφορετικά πολιτισμικά πρότυπα εν είδει πολιτισμικού δυισμού. Η περιβάλλουσα κοινωνία απαρτίζεται από τη νόμιμη, κρατική οθωμανική εξουσία, τις κυρίαρχες τάξεις και τους υποταγμένους πληθυσμούς των κοινοτήτων που εκφράζει στο σύνολό της έναν ηγεμονικό λόγο. Στις παρυφές αυτού του κυρίαρχου λόγου αναπτύσσεται μια μορφή κοινωνικής αντίδρασης όχι μόνον στον ελλαδικό αλλά γενικότερα στον βαλκανικό χώρο, από τους κλέφτες και τις ορεινές νομαδικές και αγροτικές κοινό­τητες που στήριξαν την ύπαρξή τους. Έτσι, τα κλέφτικα τραγούδια ιδωμένα υπό μία συγκεκριμένη οπτική γωνία παρα­πέμπουν στον κλέφτη, προκειμένου να τεκμη­ριώσουν την άρνηση της κατε­στημένης νομιμότητας.

Επιπλέον, μπορεί να αναφέρονται σε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα και επώνυμους κλέφτες, [...]Το που’ σαι Τσόγκα μ’ αδερφέ και συ Λάμπρο Σουλιώτη;[…]. Ο στόχος τους, ωστόσο, δεν είναι η ιστορική ακρίβεια αλλά το συγκεκριμένο ήθος που εκφράζει ένα σύστημα αξιών, μια συγκεκριμένη ιδεολογία. Ο λαϊκός ήρωας στα κλέφτικα τραγούδια, αμυνόμενος, απορρίπτει αδίστακτα την εντολή σε υποταγή και προκρίνει το θάνατο, αρνούμενος να διαχωρίσει την ατομική του ύπαρξη από την ανεξαρτησία και την ακεραιότητα του εγώ4. Επειδή λοιπόν το 18ο αιώνα ήταν σχεδόν αποκλεισμένη η ομαδική συλλογική επαναστατική δράση, ο κλέφτης αποτελεί αιτιο­λογημένο σύμβολο της ατομικής αντιπαράθεσης με τους φορείς της εξουσίας.

Παρόλο που το κλέφτικο τραγούδι δεν είχε πιθανώς καθολική κοινωνική απήχηση και αποδοχή στις περιοχές δράσης των κλεφτών, έξω από αυτές το ιδεολογικό του μήνυμα είχε μια διαταξική πρόσληψη και λειτουργία5. Έτσι η ποιητική έκφραση των πληθυσμών της υπαίθρου, ειδικότερα των καταπιεσμένων κοινωνικών στρωμάτων που είναι γενικότερα οι φυσικοί φορείς του δημοτικού τραγουδιού και οι παράγοντες που το συντηρούν και το αναπαράγουν, μεταφέρθηκε κωδικοποιημένη στα μπαϊράκια των επαναστατικών σωμάτων, ως απόλυτο αίτημα ελευθερίας6.

Πληροφορίες: Βικιπαίδεια

Δεν υπάρχουν σχόλια: